Τα μάτια του Ρα...

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΡΑ ...γέννησαν άλλο ένα blog,
το "Σαν τατουάζ"!
Το νέο blog είναι όμως για γερά νεύρα! Δηλαδή:
http://like-tatoo.blogspot.com/

Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

ΑΠΕΧΘΕΙΑ...

Απεχθάνομαι
τη μεγαληγορία της απάτης,
τις κούφιες λέξεις των υποσχέσεων,
τη συντομογραφία των συναισθημάτων,
την κενότητα των μικρόκαρδων πράξεων.

Απεχθάνομαι
τις εκδηλώσεις του συρμού,
τις βεβηλώσεις της οργής με λόγια βολεμένων,
τις παρελάσεις των ηλίθιων στρατευμένων,
τις ειρηνικές επεμβάσεις των ρομποστρατών,


την ανωτερότητα του πολιτισμού,
τη θέωση της ανθρώπινης φυλής,
την κατακρεούργηση της φύσης,
τη Σκύλλα του χρήματος,
τη Χάρυβδη των προ'υ'πολογισμών.

Απεχθάνομαι
την πλημμυρίδα της μάζας,
τις πολιτικές ιδεολογίες και τα φούμαρα,
τις θρησκείες του φανατισμού,
το διαχωρισμό σε άσπρο και μαύρο,

το κουδούνισμα της επιστροφής στην Τάξη,
την επικύρωση της ατομικής κάρτας
- και οποιασδήποτε κάρτας- τα νομοσχέδια των έκφυλων λοβοτομημένων,
τις ολιγωρίες ειδικών και ειδημόνων.

Απεχθάνομαι εντέλει
την επιβολή συστήματος ανοήτων,
το συντακτικό της πειθαρχίας,
το μονοτονικό της δικτατορίας των αριθμών,

την υποδιαστολή στα νούμερα,
τα πολλά μηδενικά στις καταθέσεις ενηλίκων,
τις παύλες στην ανάσα της ζωής,
το χαμερπές του δίποδου ηγεμόνος
με τα πανάκριβα χα'ι'μαλιά του.

Ως εκ τούτου, φίλοι λιγοστοί,
μην αναμένετε ευχές με sms,
ή γλυκανάλατες φωνητικές για χρόνια πολλά,
αφού και το περίσσο απεχθάνομαι εξίσου.

Το Άχρονο που αποδίδω στο χρόνο ως επίθετο,
μου απαγορεύει τα ευχολόγια.

Το "καλό" μου πάει περισσότερο.

Και στο ύφος που ταιριάζει σα ρήτρα σε Διαθήκη,
ΑΥΤΗΝ αναζητείστε επειγόντως.

Μετάφραση,παρακαλώ,για να μη μείνουμε στα μαύρα μας σκοτάδια:
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ...πού μου κρύβεσαι πάλι;


Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2008

...και νόμιζα ότι με ξέχασες…


...και νόμιζα ότι με ξέχασες…

Νόμιζα πολύ απλά.

Ότι δεν ήσουν εδώ.

Και δεν μπορούσες.

Και δεν ήθελες.

Και έτσι όπως πέρασες τον «πράσινο» σηματοδότη,

νόμιζα πως με έχασες στα φανάρια του δρόμου,

πέρα από εκεί που η ζωή σηματοδοτεί

με βογγητό το σκληρό ρυθμό

και χάνουμε την ουσία των πραγμάτων.

Στις χαώδεις,

απάνθρωπες τερατουπόλεις

που ζω

και ζεις

και ζούμε!

Και έτσι όπως ακουμπούσα στο περβάζι της καρδιάς μου

όλα τα όνειρα και τα χτυποκάρδια,

σε είδα να περνάς…

Δεν είπες να κοντοσταθείς.

Σταμάτησες!

Και να’ σαι!

Εδώ, δίπλα μου…

Είναι φορές που σε ονομάζω «όνειρό μου» στα όνειρά μου.

Είναι φορές που πήρες τη θλίψη μου μακριά πολύ καιρό τώρα.

Είναι που γελάς και θυμώνεις με την ίδια ευκολία που εγώ… πάλι μαζί σου είμαι.

Είναι που έχεις τόση αφοπλιστική αφέλεια, που με κάνει να πιστεύω στους αγγέλους.

Είναι που σου αρέσουν οι σοκολάτες και εγώ ακόμα απορώ πού πάει τόση ζάχαρη.

Είναι που’ χεις την τάση όλο να ρωτάς και μετά ν’ ανυπομονείς για την απάντηση.

Είναι που έχεις λαχτάρα φωνή και εύκολα αφήνεις να πέσουν οι φθόγγοι της σαν κατακλυσμός.

Είναι που έχεις ανοιχτόχρωμη ματιά και δε σου έχω πει ποτέ πως μπροστά της υποκλίνομαι.

Είναι που χαζεύω φορές - φορές και κάθομαι και μυρίζω τα ρούχα σου, όταν πια μόνο το άρωμά σου πλανιέται στο σπίτι…

Είναι και άλλα που θέλω να σου πω, μα…

τ’ αποφάσισα!

Όχι, δε θα τα ονοματίσω…

Μην εκτεθώ κιόλας!

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008

Καθώς φαίνεται, ζητάω πολλά...


Να τα μαντάτα!

Έγιναν πράξη τα "ιερά" των πραγμάτων επί χρήμασι, εκείνων τοις ρήμασι πειθόμενοι!
Ανίερα τα πανώ και η αντίσταση...

Η καθιστική διαμαρτυρία μολύνει το μάρμαρο του Αγνώστου Στρατιώτη.
Έχουν τα μάρμαρα μεγάλη αξία
και η σιωπή μεγαλύτερη.
Το λοιπόν...

Στομώστε τη σκέψη σας με πλήθος φαγητό.
Το επιτάσσουν οι γιορτές και οι αργίες. Καταβροχθίστε ό, τι προλάβετε, όσο μένει καιρός!

Είναι δύσκολο πολύ να πλένεις στο δρόμο
τα προικιά μιας τραγικότητας
με ψιλή βροχή που μπαίνει από χαραμάδα ελπίδας.
Άρα...

Μη στρογγυλοκάθεσαι στη φωτεινή οθόνη.
Μην ακούς λεξούλες με συγνώμες και άλλα τέτοια.
Θα πάρουν φόρα και θα σου πουν πολλά.
Θα πάρουν θράσος και θα σου βγάλουν κι άλλο τη γλώσσα.
Θα σε κλωτσήσουν στ' αχαμνά.
Και θα' χουν δίκιο έπειτα να σε φωνάζουν "μάζα".

Εγώ:
Δεν ξεχνώ ' κείνο το μικρό που το πηγαίναν τρεις.
Χωρίς πρόσωπα, χωρίς φωνή, χωρίς αιδώ, χωρίς ντροπή.

Δε μου φτάνει πια το κουστουμάκι, η γραβάτα, το ύφος το λυπηρό.
Αλλού, μακριά είναι η ιδέα που εκτιμώ.
Δε μου αρκεί πλέον το "ελπιδοφόροι νέοι" σε σύνθημα στραπατσαρισμένο
πάνω σε πανοπλία ταγών επικουρούμενων
των νυν και αεί πραιτοριανών συνδαιτημόνων.

Αλλού όμως τ' όνειρο και αλλού το θάμα.
Είναι που δεν έχει ακόμα ξεφουσκώσει το πράγμα.
Είναι που το απόστημα έχει ακόμα πύον
και οι πράξεις τους χρόνο λίγο.

Θα μου αρκούσαν
να έβλεπα τα πρόσωπα...
ν' άκουγα τη φωνή...
να ένιωθα την αιδώ και την ντροπή!

Αλλά, καθώς φαίνεται, ζητάω πολλά...
Εποχή που' ναι!

Ο χρόνος έχει και συνέχεια...
Πίσω από τα στολίδια, τ' αγγελάκια και τις βιτρίνες.
Σε λίγο θα σβήσουν-κάνε υπομονή- τα λαμπάκια!

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

ΨΑΧΝΩ ΓΙΑ ΓΙΑΟΥΡΤΙ...

Βράδυ, αργά! Βγήκα σαν τον τυφλοπόντικα, μετά από πολιορκία ημερών, σε ανεύρεση τροφής, λες και ήμουν στο Μεσολόγγι το 1826, τότε που μήνες πολιορκείτο από τους Τούρκους, μήπως και βρω κανά γιαούρτι! Όχι για να το εκσφενδονίσω σε κανέναν-αν και δε θα μου έφτανε, μέρες που ζω, ούτε η ΦΑΓΕ, η ΔΕΛΤΑ και η ΜΕΒΓΑΛ μαζί, να γιαουρτώσω όλη τη Βουλή, ν' αποκτήσει μια πιο χριστουγεννιάτικη όψη το χρυσό μου, όπως επιτάσσει και το έθιμο των Χριστουγέννων, μιας και δε βλέπω να ρίχνει... χιόνι- αλλά γιατί τό' χα επιθυμήσει...
Το γιαούρτι, για να μην παρεξηγούμεθα! Αλλιώς δε θά' χα ενδοιασμό, ν' αναπολήσω μνήμες και να τις αναβιώσω σαν άλλο έθιμο, τότε που έφευγαν γιαούρτια με τη σέσουλα στη Σόλωνος, μαζί με τα κεσεδάκια τους...το '85 ήταν νομίζω, γύρω στο Νοέμβρη και είχα κάνει τρεχάλα Κεντέρη style ν' αποφύγω κάτι ανθρωπάκια με άσπρα κράνη και χακί φορεσιές, που αρχικώς τα πέρασα για τ' αγαπημένα μου Στρουμφάκια μέσα στη νύχτα. Αλλά μετά κατάλαβα, όταν εκσφενδόνισαν την πρώτη μπάλα που έβγαζε καπνό που σε έκανε να κλαις ασταμάτητα, ότι τούτα τα ανθρωπάκια δεν ήτο τα Στρουμφάκια, αλλά άλλο πράγμα! Ασύλληπτο, ανέκφραστο, ανέραστο, αγριευτικό!
Και να τα! Να τα πάλι τ' ανθρωπάκια που δεν ήταν Στρουμφάκια! Να τα πάλι μπροστά μου. Είχα να τα καμαρώσω από τόσο κοντά από τότε που ήμουν φοιτήτρια... Κάθετα παραταγμένα σε κεντρικό δρόμο των Αθηνών, εκτεθημένα στα βλέμματα των Αθηναίων, με μάσκες κατά της ασφυξίας που τα ίδια προκαλούν και... σαν κάτι να περίμεναν. Κάτω από χριστουγεννιάτικα φωτισμένα, κρεμασμένα σε κολώνες ΔΕΗ, δεντράκια. Οξύμωρον το σχήμα!
Κοίταξα πίσω μου, αν έρχονται οι ταραξίες και οι κουκουλοφόροι, οι επικίνδυνοι ροπαλοφόροι. Πουθενά απειλή! Μπροστά μου τα "όχι Στρουμφάκια", πίσω μου ο άδειος δρόμος. Και αυτά, εκεί, ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα.
Είπα να πάω να τα ρωτήσω τι περιμένουν. Αλλά ο Ανθρωπάκος μέσα μου με απέτρεψε!"Άντε καλέ, πού να πλησιάσεις, να φας και καμιά ξανάστροφη! Αυτά πετούνε κάτι μπάλες στρογγυλές που σε κάνουν να κλαις. Πήγαινε για το γιαούρτι σου και άσε τις επαναστάσεις, τα κινήματα και τις παλικαριές για άλλους ...πιο μικρούς!" Και έκανα να τους προσπεράσω! Αμ, έλα που η κακή μου τύχη, δεν με ακολουθούσε κατά πόδας, αλλά πήρε τα στενά και ακόμη τρέχει!
Ένας από τα "όχι Στρουμφάκια", μάλλον ο "όχι Παπαστρούμφ" τους με ρωτά, πλησιάζοντάς με πολύ: "Εσύ μωρή, πού πας;"
Αυθόρμητα απάντησα: "Για γιαούρτι".
" Άει, βρε βλαμμένη!", ήταν η απάντηση. "Δεν περνάς, δεν πας πουθενά!".
Είπα να μην απαντήσω. Πού να καταλάβει ο "όχι Παπαστρούμφ" πόσο το θέλω αυτό το γιαούρτι! Έκανα στροφή, αμήχανη και σαστισμένη 180 μοιρών, σαν γύρος σε σουβλατζίδικο και... αμάν βρέθηκα πάλι μπροστά του.
Σκύβει, με κοιτά, γιατί ήταν και ψηλός πολύ και με φωνή που ακουγόταν σαν εξωγήινη, μέσα από τη αντισφυξιγόνα του ξαναλέει:"Λέμε δεν περνάς, δεν περνάς!!!".
-Περνά, περνά η μέλισσα;
-Τι;;;
Ο "όχι Παπαστρούμφ" έπαθε σύγχυση! Ήταν η σειρά μου να περάσω στην επίθεση...
-Πεντόβολα παίζετε;
Τότε έφαγα μια σπρωξιά, με κάτι που θύμιζε ασπίδα γενναίων Ελλήνων προγόνων στη μάχη του Μαραθώνα, αλλά νιου βερσιόν, πιο χάι τεκνόλοτζι ένα πράμα!
-Καλά ντε, φώναξα, παραπατώντας.
Έκαμα μεταβολή και απομακρύνθηκα σε απόσταση ασφαλείας. Όμως κάτι με έτρωγε. Έπνιξα ξάφνου τον Ανθρωπάκο βαθιά σε μια τσέπη της καρδιάς μου, γύρισα και φώναξα:
" Ε ρε, γιαούρτι που σας χρειάζεται!"
Πήρα να τρέχω. Χώθηκα σε στενό. Ένα μίνι μάρκετ ανοιχτό στ' αριστερά μου. Μπήκα, πήρα δύο κεσεδάκια. Ένα για το σπίτι και ένα ... ΓΙΑ ΤΟ ΔΡΟΜΟ! Μήπως και βρω πουθενά παρακάτω να παίζουν "μήλα"...


Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Η Ελλάς των Ελλήνων Χριστιανών...


Το χέρι με τη μορφή όπλου προκαλεί. Το όπλο σημαδεύει. Στην εποχή της πληροφόρησης, η εικόνα αδιάψευστος μάρτυρας.
Τώρα άκουσα στις ειδήσεις ότι τους τέλειωσαν και τα δακρυγόνα. Προτείνω να ξεκινήσει έρανο η Ελληνική Βουλή να συνδράμει την έλλειψη πυρομαχικών. Τώρα, όχι αργότερα. Υπάρχουν και άλλα παιδιά που δεν έχουν πεθάνει ακόμα. Υπάρχουν και άλλα που δεν τα δείρανε ακόμα και μερικά που δεν ξέρουν τι σημαίνει δακρυγόνο. Και είναι αμαρτία και έγκλημα μεγάλο να στέκονται όρθια, προκλητικά, θρασύτητα απέναντι από πάνοπλους αστακούς και να πετούν νεράντζια-τα πορτοκάλια είναι ακριβά-πέτρες και μπουκάλια νερό.
Ναι!Ήταν εξοστρακισμός! Η σφαίρα έφυγε, χτύπησε πρώτα σε ένα περίπτερο, μετά σε ένα φανοστάτη, κατόπιν στο κράσπεδο και ... τι ατυχία, βρήκε στην καρδιά! Να συλληφθούν πάραυτα το περίπτερο, ο φανοστάτης και το κράσπεδο. Να οδηγηθούν στη ΓΑΔΑ, ν' ανακριθούν και να δικαστούν. Να τιμωρηθούν παραδειγματικά!
Δεν αντέχω να κυκλοφορώ ανάμεσα σε τόσους εγκληματίες! Έχω αρχίσει ν' αποφεύγω τα περίπτερα. Τα προσπερνώ, τηρώντας απόσταση ασφαλείας. Ούτε στο πεζοδρόμιο δεν περπατώ. Μου πέφτει κοντά το κράσπεδο. Στη μέση του δρόμου περπατώ,για πιο σίγουρα. Και έπιασα τον εαυτό μου να βαδίζει με το κεφάλι να κοιτά ψηλά και να εντοπίζει πού υπάρχουν φανοστάτες. Σβηστοί ή αναμμένοι... ξέρω εγώ πότε θα τους τη δώσει και θ' αρχίσουν να πυροβολούν;;; Ε;
"Φύλαγε τα ρούχα σου, για να' χεις τα μισά" έλεγε η γιαγιά μου. Τώρα περικυκλωμένα βρίσκονται και τα αστυνομικά τμήματα πολλών πόλεων. Μήπως να πάμε να τα περιφρουρήσουμε; Θα τό'θελα, αλλά φοβάμαι η κακομοίρα τα περίπτερα, τα κράσπεδα και τους φανοστάτες. Δε λέει. Θ' ακούσω τη συμβουλή της γιαγιάς μου.
Λέω να την παραφράσω κιόλας τη συμβουλή αυτήν και να πώς: "Φίλαγε τα παιδιά σου για να' χεις έστω τα μισά". Κοντά τους νιώθω πιο ασφαλής! Αλήθεια το λέω! Άντε από νεράντζ ι και πλαστικό μπουκάλι ν' αποκτήσω κανά καρούμπαλο. Το πολύ-πολύ...

"Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της ή τα δαγκώνει στο λαιμό", είπε ο ποιητής! Μάλλον, αν ζούσε σήμερα, θα έγραφε: Η Ελλάδα τα χτυπά με γκλοπ ή τα πυροβολεί...

Η Ελλάς των Ελλήνων Χριστιανών...

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

"ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΜΑΣ...ρε!"


Τέρμα τα ψέμματα. Τελειώσανε τα ψεύδη σας. Οι πιτσιρικάδες σάς πήρανε χαμπάρι.

Ο ένας πιτσιρικάς κρατούσε μολότωφ. Άρα καλώς που είναι νεκρός.
Ο άλλος έπεσε πάνω του μια ζαρντινιέρα και μετά αφήνιασε ένα μηχανάκι και τον χτύπησε. Έτσι, λογικώς ήρθε και μπλάβιασε.
Μετά κυνηγήθηκαν ένα παιδί μαζί με τα πράσινα παπούτσια του. Άρα ορθώς συνελήφθηκαν αυτός και τα υποδήματα.
Τώρα μια σφαίρα εξοστρακίστηκε και βρήκε -ούτε σημάδι να το' χαν βάλει το παιδί- ευθεία την καρδιά του...και φυσικώς υπέκυψε.
Στο τραύμα. Στο τραύμα του. Και έγινε το τραύμα μας.

Σε εσάς τους πολιτικούς μιλώ, που έχετε ένα δικτάτορα βαθιά μέσα σας και έχει αρχίσει εδώ και καιρό και βγάζει τα νύχια του μέσα από τα καλοσιδερωμένα κουστούμια σας και μας ματώνει και μας σκοτώνει.
Σε εσάς που αναπαύεστε στους παχυλούς μισθούς σας,
στους δερμάτινους καναπέδες σας,
στις βίλες και στις μετοχές σας,
στις πισίνες και στις καταθέσεις σας.

Σε εσάς μιλώ που έχετε το θράσος να λέτε πως συσκέφτεστε για μας, αποφασίζετε για μας, αλλά αποφασίζετε μόνο:

για το καλό σας, των παιδιών, των γυναικών, των πεθερών σας...
για τη συνέχεια των οικογενειών και των τζακιών σας...
για το φούσκωμα από χαρτονομίσματα των παντελονιών σας...
Δεξιά και Αριστερά!

Μα το ποτήρι λίγο λίγο γέμιζε.
Ούτε και εμείς οι ενήλικες πήραμε χαμπάρι το πώς!
Και τώρα ήρθε και ξεχείλισε. Τα παιδιά το είδαν πρώτα.

Το ξέραμε πως το χέρι που χτυπά, κρατώντας γκλοπ και το πόδι που μας κλωτσά είναι το δικό σας.
Αυτοί που σκοτώνουν είναι η προέκταση των επιθυμιών σας,
των εφιαλτικών μυαλών σας,
των ψυχρών ψυχών σας.
Πλέον, είστε η κατάρα της πατρίδας μας.
Είστε η σαπίλα
παλιών και βάρβαρων εποχών,
που αναγεννάται μαζί:
με τα ξεπουλήματα,
τα ρουσφέτια,
τις αρπαχτές,
τα πληρωμένα παιχνίδια σας
τις κομπίνες σας
την ασυδοσία σας,
την αερολογία σας,
την χυδαιότητά σας,
την αλαζονεία σας,
και την αναλγησία σας.
Και τα παιδιά;

Με τους τρομονόμους σας πια δεν τα φοβίζετε.
Με τους ένστολούς σας πια δεν τα τρομάζετε.
Με τους προβοκάτορές σας δεν τα αποπροσανατολίζετε.

Με αυτά και με αυτά πάλι δεν με πήρε ο ύπνος. Έτσι...

Σήμερα πήγα στο Σύνταγμα. Το Σύνταγμα... Αυτή η λέξη πια έχασε το νόημά της.
Σύνταγμα...Ποιο ΣΥΝΤΑΓΜΑ;;;
Ποιο άρθρο του και ποια διάταξή του;
Τι ισχύει από όλα αυτά;

Μια σφαίρα ένιωθα στην καρδιά μου, σφηνωμένη... Και εγώ, όπως και χιλιάδες κόσμου, 4 μέρες τώρα... ώσπου είδα τα πρόσωπα των παιδιών. Πότε να χαμογελούν και πότε να θυμώνουν.
"Μαρία και συ εδώ;"
"Χρήστο έχεις μαζί σου νερό;"
"Μάκη να πάρεις τηλέφωνο και τα παιδιά να έρθουν. Πες τους να έρθουν. Είμαστε όλοι εδώ".

Φωνές παιδιών γύρω μου. Καθισμένα οκλαδόν, να μιλούν. Πηγαδάκια με κασκόλ και σκούφους. Και άλλα όρθια. Καμιά 15αριά μέτρα πιο κει από τον Άγνωστο Στρατιώτη. Ανάμεσά τους οι ένστολοι. Προστάτευαν από τα παιδιά τα μάρμαρά του. Και πιο πέρα οι ασπρογιακάδες της Βουλής. Βγαίναν από την κεντρική πύλη της Βουλής, κάναν χάζι με την κουστουμιά και το υφάκι τους και μετά ξαναμπαίναν μέσα. Κάποιοι από αυτούς έφευγαν με έναν χαρτοφύλακα. Α, ναι πάντα ο χαρτοφύλακας...Κυρίως ο χαρτοφύλακας. Να σωθεί, να κρατηθεί, να παραδοθεί. Έχει υπογραφές για λεφτά. Πολλά λεφτά. Έχει μέσα και μια ισχνή συνείδηση και ένα κάτισχνο ήθος. Και το παλιό Παλάτι του Όθωνα, αφού έγινε Βουλή, βόλεψε τη βολή, το παραδάκι τη μάσα, την κουστουμιά, την ασυνειδησία, το πολιτικό έγκλημα.

Και τα παιδιά;

Κάποια πέταξαν νεράντζια. Κάποια άλλα φώναζαν συνθήματα. Μετά ήρθαν και άλλοι ένστολοι. Τα περικύκλωσαν. Αυτά καθισμένα κάτω.

Κάποιο φώναξε:" Είσαι κεφτές,γιατί δε βλέπεις ότι το πρόβλημά σου και το πρόβλημά μου είναι αυτοί εκεί πίσω. Και αντί να τα βάλεις μ' αυτούς τα βάζεις μαζί μου. Γι' αυτό σε λέω κεφτέ! Κατάλαβες;"
Μια πιτσιρίκα πήρε το λόγο: "Εμείς φυλάμε τις Θερμοπύλες μας και εσύ τις Θερμομίζες τους. Είσαι και εσύ των 700 ευρουδακίων γρανάζι, όπως και εγώ, αλλά σε ρωτώ σου φθάνουν για να ζήσεις; Σου φτάνουν ρε;"

Εκείνο το "ρε" έριξε 2 δακρυγόνα...

Τα παιδιά έβηχαν, έκλαιγαν. Κάποια έκαναν να σηκωθούν. Κάποια άλλα τα συγκράτησαν.
"Εδώώώ! Μείνετε εδώ! Αυτοί πρέπει να φύγουν, όχι εμείς." Έπεσαν απάνω τους τα κανάλια και οι κάμερες και οι φωτογράφοι...Αλλά αυτά εκεί.
Δεν έφυγαν. Ξανακάθησαν.
Δυο τρία κινήθηκαν με περίσσιο θάρρος προς τους Ματατζήδες.
Εκείνα τα καθισμένα ζητούσαν όλα νερό. Έφτυναν και έκλαιγαν. Έμειναν όμως εκεί. Παρέμειναν εκεί.
Πολλά όρθια έτρεξαν να φέρουν νερό.

Είναι βαριές οι Θερμοπύλες. Είναι κομμάτι βαριά και τα όνειρα. Αυτά που έχουν και τους τα στερούν οι πολιτικάντηδες, οι εκμαυλισμένοι των θρόνων. Οι "300 του Εφιάλτη" κοιτούσαν ακόμα. Ένας γελούσε κιόλας. Τον έβλεπα. Αγκυροβολημένος στην άνεσή του, στη σιγουριά του παραπετάσματος της εξουσίας του.

Οι ώρες περνούσαν. Οι 15άρηδες εκεί. Καθισμένοι!

Το πλήθος σιγά σιγά αραίωνε. Οι "300 του Λεωνίδα", οι πάνω-κάτω 15άρηδες έμειναν εκεί. Πήρε να σουρουπώνει. Έφυγα. Γύρισα σπίτι. Τα κανάλια έπαιζαν τις σκηνές που είχα δει από κοντά.

Και μετά ήρθαν οι δηλώσεις. Η βαλλιστική, ο μάλλον εξοστρακισμός, ο δικηγορίσκος με το ύφος χιλίων καρδιναλίων, σαν το πραίτωρα μιας εκχυδα'ι'σμένης αυτοκρατορίας.
Το πλοκάμι μιας άλλης εξουσίας-της "δικαιοσύνης"- εξέθετε με λογίδριο το υπόμνημα του πυροβολισμού, πάνω στο μνήμα του 15άρη.
Και μας εξέθετε άλλη μια φορά στα μάτια των παιδιών.

Έχει η σαπίλα πολλά πρόσωπα.
Έχει η ένδεια της ηθικής και άλλα πρόσωπα.
Έχει και Βουλή στην Ευελπίδων!
Έπειτα θα πάρει και αυτός ο πραίτωρας το χαρτοφύλακά του και την τσάντα του τη δερμάτινη, την ακριβή, την παραφουσκωμένη και θα πάει στη Βούλα, στη δική του βίλα...

Ίσως ο χαρτοφύλακας που είδα το πρωί να προοριζόταν γι' αυτόν...
Ίσως να είχε μέσα τα λεφτά που προορίζονταν για τον πραίτωρα...
Ίσως να πουληθεί άλλη μια φορά η αλήθεια μπροστά στα μάτια των παιδιών.

Μου ήρθε χωρίς σκέψη μια πρόταση στο μυαλό από μια μικρή, με κοντό μαλλί, από εκείνα τα καθισμένα το πρωί μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη. Ναι, τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα, θυμάμαι. Ήταν εκείνο το λιγνό κορίτσι με το χλωμό πρόσωπο, που μασούσε τσίχλα και είπε εκείνο το "ρε" που έριξε τα δακρυγόνα.

"Κάτω τα χέρια από τα όνειρά μας... ΡΕ!"

Εκεί, ανάμεσα στους 300 του Λεωνίδα, ρε!
Εκεί, με το σκουφί και την κονκάρδα που έγραφε "peace" με ροζ γράμματα, ρε!
Εκεί, με τη θλίψη και το χαμόγελο αγκαλιά, ρε!

Εκεί θα είναι ακόμα, ρε!
Εκεί θα κάθεται ακόμα, ρε!

Εκεί, θα μείνει και θα στοιχειώνει εκείνο το "ρε"...

Σαν το Ρο ανάμεσα στο ΣΦΑΙ και το Α.
Σαν τα Έψιλον της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ... ΡΕ!


Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

ΑΛΕΞΑΝΔΡΕ...ΚΑΛΟ ΣΟΥ ΤΑΞΙΔΙ, ΜΙΚΡΕ ΜΟΥ ΦΙΛΕ

Έτσι αναίτια, έτσι ανέστια, ανάδελφα και απάνθρωπα...Έτσι στα κρυφά, στα μίζερα, στα τυφλά μια σφαίρα καρφώθηκε στο στήθος σου...στο στήθος μας! Δεκαπέντε χρονών μόνο και ήδη νεκρός!
Μια σφαίρα σφύριξε και έπεσε απάνω σου. Μια σφαίρα ξεπρόβαλε από κάννη όπλου και σφηνώθηκε πάνω στο στέρνο σου. Τα νέα του φευγιού σου έφτασαν από τα Εξάρχεια-εδώ μένω- στο κινητό μου." Έφυγε και ο Αλέξανδρος...". Η φωνή κλαμμένη, τρεμόπαιζε. Η φωνή φίλου δεν είπε τίποτα άλλο. Έμεινα βουβή με κρεμασμένο για δευτερόλεπτα το κινητό στο αυτί μου.
"Όπως τότε με το Μιχάλη τον Καλτεζά, το Νίκο τον Τεμπονέρα..."
Ο Μιχάλης, ο Νίκος, ο Αλέξανδρος τώρα...
Ντύθηκα, βγήκα στο δρόμο παίρνοντας μαζί μου ένα κεράκι. Προχωρώντας τ' άναψα. Εκεί που συναντώνται δρόμοι. Και άλλοι σιωπηλοί, βουβοί, σκυθρωποί, θυμωμένοι...Όλες οι ηλικίες, γυναίκες-άνδρες- παιδιά σε μια πορεία από σκιές να πλανώνται στους δρόμους...
ΓΙΑΤΙ;
Αυτό το "γιατί" με στοιχειώνει. Αυτό το "γιατί" μας στοιχειώνει...
Στοίχειωσε και άλλους πολλούς, που ξεχείλισαν θυμό και οργή.
Θυμήθηκα τον Ελύτη:"όπου ακούς για Τάξη, ανθρώπινο κρέας μυρίζει".
Φιγούρες μικρές, φιγούρες ψηλές ξεπρόβαλαν στους δρόμους από το πουθενά. Γύρω, παντού, στο Πολυτεχνείο και αλλού. Έφηβοι, νέοι, άνεργοι, γενιά των 700 ευρώ, των πλειστηριασμένων σπιτιών, της απάτης των πολιτικών, της διαλυμένης παιδείας, της ξεφτιλισμένης σύνταξης, της ξεπουλημένης πατρίδας, της ανύπαρκτης Πολιτείας χορεύουν ακόμα γύρω από φωτιές, με πέτρες και καδρόνια, με πυρπολημένη καρδιά, χορεύουν γύρω από φλόγες οργής.
Γέμισε η πόλη, γέμισαν οι πόλεις. Γέμισε το κέντρο μέσα και έξω από κάγκελα, πίσω και μπρος από πανώ. Παντού το όνομά σου Αλέξη, Αλέξανδρε, Αλέκο μας, μικρέ μου φίλε.
Όχι, δε σε ήξερα, δεν έτυχε να συναντηθούμε, δε φρόντισε η τύχη να σε δω καθισμένο στο θρανίο, να σου μιλήσω. Αλλά σε ξέρω. Είσαι το παιδί μου, είσαι από τα παιδιά μας. Είσαι, δεν ήσουν. Είσαι και θα είσαι. Εδώ...
Μόνο στάσου λίγο, πριν φύγεις για τα ψηλά, πριν βγάλεις τα άσπρα σου φτερά και πετάξεις. Να σου κρατήσω το χέρι της καρδιάς και να σου ζητήσω...

ΣΥΓΝΩΜΗ...

Συγνώμη Αλέξη μου, που η γενιά μου δε σε αγάπησε, δε σας αγαπά. Συγνώμη που ξεχάσαμε πως ήμαστε και εμείς κάποτε νέοι. Συγνώμη που σε ματώσαμε και σε πετάξαμε μαζί με τα όνειρά σου, μαζί με τα χρόνια και το χαμόγελό σου.
Αλέξη μου, μικρέ μου φίλε, παιδί μου, άγγελέ μου...Συγνώμη και από μένα, που δεν έτυχε να είμαι εκεί. Συγνώμη αγόρι μου γλυκό, χαμόγελο και ελπίδα μου. Για άλλη μια φορά σκότωσα μαζί με σένα και εμένα.
Πάλι και απόψε θα βγω με ένα κεράκι στους δρόμους, μήπως και σε βρω, να σου πω από κοντά...
"Συγνώμη μικρέ μου φίλε...
Καλό ταξίδι"


και

Συγχώρεσέ με...


Συγχώρεσέ μας!

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008

ΓΡΑΜΜΕΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ


Εκλαμβάνω την ουσία
του Θαύματος σου

από τα όρια στον ουδό...

της αίσθησης


και θέτω... Αμαρτήματα ενώπιόν σου,
λυγίζοντας στο χάος...
μνήμες πάναστρες,
που θυμίζουν φιλιά σε μετερίζια..και.
Φράσεις, όπως το "Σ' αγαπώ"και "σε σκέφτομα
ι".

Επισημαίνω δε, αδυναμία
στο όραμα
να επαναπροσδιορίσω
τη συγκεκριμένη στιγμή...
στο Μέλλον.

Αυτήν που λείπεις,
που πάντα λείπεις,
που μου λείπεις...

Το Παρόν διασκελίζω,
υποβασταζόμενη
από εκρηκτικά...
συναισθήματα, μήπως και αλλάξω το Σχέδιο...

της πλοκής ολόκληρου του Κόσμου μου.


Και αρχίζω να τραβώ γραμμές παράλληλες.
Με το χέρι
να κρατά και να σχεδιάζει
την εικόνα από την Αρχή, μονολογώντας:


-Είναι αυτό εφικτό;
-Να σου λείπω;
-Πάντα να σου λείπω;

Και οι γραμμές φτιάχνουν το σχήμα
που τους δίνω,

αν και δε θέλω
και δεν μπορώ!


Αναδιευθετώ τα σύνορα... και τότε...
Είναι...που μου κρατάς το χέρι
και σβήνεις με γομολάστιχα
κάθε παράλληλη γραμμή.

Τις θέλεις όλες τη μία πάνω στην άλλη.
Την εμμονή σου αυτή
μετά εννόησα,
μετά πολύ και κατανόησα.

Να που σου λείπω...λοιπόν!

Ώσπου έμεινε στο χαρτί
μια βαριά, βαθιά γραμμή...
Περασμένη με μολύβι 2 φορές.