Τα μάτια του Ρα...

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΡΑ ...γέννησαν άλλο ένα blog,
το "Σαν τατουάζ"!
Το νέο blog είναι όμως για γερά νεύρα! Δηλαδή:
http://like-tatoo.blogspot.com/

Παρασκευή 30 Απριλίου 2010

ΓΙΝΕ ΚΑΙ ΣΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ!









Επειδή -λόγω οικονομικής κρίσης- σφίξαν τα οπίσθια "όλων"- οι βουλευτές σύσσωμοι ψήφισαν στις 26-11-2009 νύχτα, σαν τους κλέφτες (το "σαν" τι το θέλεις;) να συμπεριληφθούν στα έξοδα του κράτους, δηλαδή σε εμάς, το κόστος της αγοράς των laptop τους και των καινούργιων κινητών τηλεφώνων τους, και των εκτυπωτών τους και των... και των ..., αφιερώνω τούτο το τραγουδάκι σε κάθε Έλληνα ψηφοφόρο που τους ψήφισε και αυτούς και τους άλλους και όλους!
Η αφίσα επίσης, χάρισμά σου Έλληνά μου ψηφοφόρε! Κοιμήσου εσύ και η ατυχία σου δουλεύει!

Ζώο να με προσφωνείς...


Dolphin massacre in Japan


Όχι δεν ανήκω στο είδος σου.
Δεν είμαι πια εσύ.

Αρνούμαι πλέον στα δυο να περπατώ.
Νά'χω χέρι που να ευλογεί μαχαίρι.
Να λέω πως βάζω τάξη.
Πως έχω τη σκέψη στο πλευρό
και τη γνώση ν' αγαπώ.
Ξύπνησα από λήθαργο βαθύ
και είδα το αληθινό σου πρόσωπο:

Τη φρίκη που εκπέμπεις,
το μίσος που αναδύεις,
το ναδίρ της ψυχής σου,
το μέγεθος της τρέλλας,
την παράνοια του αφέντη,
την πανουργία στο βλέμμα,
την κακουργία του θύτη.

Δεν σε ξέρω και ούτε θέλω.
Δεν επιθυμώ να σ' ανακαλύψω.
Πληγώνεις ό,τι αγγίζεις.
Σκοτώνεις ό,τι ακουμπάς.

Δεν απολαμβάνω το πέρασμα
της ζωής στο θάνατο, εγώ.
Εγώ δεν είμαι εσύ.
Όχι πια. Δε σε βρίσκω μέσα μου.
Απομακρύνθηκα από σένα, οριστικά.
Λευτερώθηκα και μακριά σου
βρίσκομαι, για να φυλαχτώ.

Εφιάλτη σε ονομάζω.
Άλλον σαν εσένα δε γνώρισε
η φύση που σε γέννησε.
Βλάπτει η ύπαρξή σου.
Μολύνεις που υπάρχεις.
Το τέλος σου δε με λυπεί.
Περιμένω να το δω.
Το προσμένω με χαρά.
Γιορτή θα ζήσει ο πλανήτης
όταν θα εκλείψεις.

Μιαρέ,
δολοφόνε,
θύτη.
Ο ουρανός,
η θάλασσα
το χώμα
σε έχουν
προ πολλού
καταδικάσει
σε θάνατο.

Και αν βρεθεί να με φωνάξει
κάποιος στο δρόμο "άνθρωπε"
εγώ τ' αποφάσισα,
το κεφάλι δε θα γυρίσω.
Την προσφώνηση δεν αναγνωρίζω.

Λίγο λίγο
βγάζω
φτερά
και λέπια
και ουρά.
Μεταλλάσσομαι.
Γίνομαι άλλο είδος.

Για να μπορώ
ακόμα
να πετώ,
να κολυμπώ,
να τρέχω...

σε ουρανό
και θάλασσα
και χώμα.

Ζώο να με προσφωνείς...
και τάσσομαι
με αυτά
και είμαι!





Τετάρτη 28 Απριλίου 2010

Κατεδαφιστέος!


Παράταση να δώσει το θείον
να μην έχω άλλην, στο συναίσθημα
που τ' ομολογώ και το έχω και
- τώρα στ' αλήθεια- δε φοβάμαι.

Μια περιέργεια με κατατρώει με τ' ανομολόγητα,
τόση που χάνω την επιφάνεια, καθώς τα πλησιάζω.
Πόση δύναμη θέλει να μην τ'αρνείσαι τούτα και τ' άλλα
που θά' ρθουν και τα ακόμη πιο πέρα απ' αυτά.

Να μου σπουδάζεις το νου, πάλι σε ομολογίες,
άκαιρο και παράκαιρο το βρίσκω.
Δεν έλκεται το όνομα απ' το αντώνυμο.
Τη χρέωση την αποδίδω στη στιγμή.

Το λάθος χρεώνεται πάλι στον αποστολέα
που το νόημα δε ζύγισε στη χούφτα επαρκώς.
Τυγχάνει δε, αυτός να είμαι εγώ, μπατίρης
με συνήθεια ν'αφήνω και φιλοδώρημα.

Σάμπως και έχω τσέπες να κρατώ
μαζί μου τόσο συναίσθημα;
Τ' αφήνω στο σκαλί των χειλιών σου.
Πάρτο, δέξου το ή πέτα το.

Ως παραλήπτης μια χαρά κρατάς το φάκελο.
Τέτοιος, ως πάντα ήσουν, ξέμεινες πάλι
από μελάνι και διαρκώς αναβάλλεις
να γράψεις και συ δυο αράδες αίσθημα.

Σάμπως και είχες να το φυλάξεις
στο μέσα μέρος της καρδιάς;
Μίκραινες πάντα τα όρια
και αυτά τώρα σ' εκδικούνται.

Γιατί άδειασε πολύ ο μέσα τόπος σου.
Έγινε αυθαίρετο οίκημα ανωνύμων.
Ένα μόνο τετραγωνικό δε βολεύει.
Κατεδαφιστέος εκρίθεις και τέλος.

Το Φάντασμα της Δημοκρατίας

Το κείμενο που ακολουθεί το βρήκα εξαιρετικό και το καταχωρώ στο blog μου ως σχόλιο επικαιρότητας. Διαπιστώστε και εσείς ότι γράφει τα πράγματα ως έχουν, μόνο που τέτοιοι δημοσιογράφοι δε χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης!


Το Φάντασμα της Δημοκρατίας

Πάνος Πικραμένος

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ

μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη...



Η Ιστορία επαναλαμβάνεται πάντα ως φάρσα -και αν όχι, τότε επαναλαμβάνεται ως τραγωδία.

Όλα δείχνουν ότι η σκοτεινή αλυσίδα των ολιγαρχικών καθεστώτων, ξεκινώντας από τις αυταρχικές αυτοκρατορίες της αρχαιότητας, προχωρώντας στα απολυταρχικά καθεστώτα της Ανατολής και καταλήγοντας στα φασιστικά πολιτεύματα που άνθισαν στον Δυτικό κόσμο, δεν έχει φθάσει ακόμη στο τέλος της.

Στον αιώνα των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», της «δημοκρατίας», της υψηλής τεχνολογίας και της «ελεύθερης αγοράς», η Ιστορία τείνει να επαναληφθεί, αυτή τη φορά όμως ως τραγωδία.

Ολοένα και συχνότερα βλέπουμε σημαντικές αποφάσεις που αφορούν στην ζωή όλων μας να λαμβάνονται ερήμην των πολιτών. Εταιρείες, επιχειρηματίες, λόμπυ, κάθε είδους «ομάδες συμφερόντων» και συντεχνίες διαπραγματεύονται και επιτυγχάνουν πολιτικές αποφάσεις προς όφελός τους και εις βάρος της κοινωνίας.

Για παράδειγμα, και σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η πώληση του ΟΤΕ, πραγματοποιήθηκε προσκρούοντας σε κάθε έννοια λογικής και δημοσίου συμφέροντος, αφού επρόκειτο για μία κερδοφόρα εταιρεία του Δημοσίου, που παρήγαγε πλούτο για το ελληνικό κράτος.

Αντίστοιχα, η συμφερόντων του ελληνικού Δημοσίου Εθνική Τράπεζα κατέβαλε ένα παράλογο, πολλαπλάσιο της αξίας της, ποσό, για να αγοράσει την τουρκική Finance Bank, χωρίς ουδείς να δώσει ποτέ μία πειστική εξήγηση γιατί αυτές οι αγοραπωλησίες ήταν απαραίτητες και ποια ακριβώς συμφέροντα εξυπηρέτησαν.

Το ίδιο έχει συμβεί με μία ατελείωτη σειρά αποφάσεων που δεν αφορούν μόνο στις ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων, αλλά και σε ολόκληρο το φάσμα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής.

Σε αυτούς τους «γάμους ελεφάντων» η βούληση και το συμφέρον των πολιτών δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν. Τις περισσότερες φορές αυτοί ούτε καν ενημερώνονται, αντιλαμβάνονται δε τις αποφάσεις από τις δυσάρεστες επιπτώσεις τους, όταν αυτές αρχίζουν να υλοποιούνται.

Οι εκλεγμένοι πολιτικοί και τα κόμματα, αντί να προασπίζονται το ωφέλιμο για το κοινωνικό σύνολο, εμφανίζονται κατά κανόνα ενσωματωμένοι σε αυτές τις ομάδες συμφερόντων.

Θα ήταν όμως λάθος να θεωρήσουμε ότι η κατάσταση αυτή είναι απλώς ένα φαινόμενο παραδοσιακής διαφθοράς ή κάτι που συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα της παρακμής και της μιζέριας. Πρόκειται για την σταδιακή εισαγωγή ενός κοινωνικού μοντέλου, το οποίο αφορά στη Δύση στο σύνολό της.

Οι Ευρωπαίοι πολίτες όχι μόνο δεν ρωτήθηκαν, αλλά ούτε καν ενημερώθηκαν για το τι σημαίνει η «συνθήκη της Λισσαβόνας» που υιοθετήθηκε πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ποια δεινά αυτή θα επιφέρει στους λαούς της Ευρώπης. Το ζήτημα είχε αποφασιστεί ερήμην αυτών, σε κλειστούς κύκλους της ευρωπαϊκής ελίτ, αποτελούμενους από νεοφιλελεύθερους τεχνοκράτες και ορισμένους ομοϊδεάτες τους πολιτικούς. Τα εκλεγμένα εθνικά κοινοβούλια υποτάχθηκαν σε αυτά τα κέντρα λήψης αποφάσεων και χωρίς πολλές συζητήσεις επικύρωσαν την συνθήκη.

Η ασυδοσία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και η λεγόμενη «οικονομία του καζίνου», η οποία έχει οδηγήσει σε βαθιά κρίση το διεθνές οικονομικό σύστημα βυθίζοντας στη φτώχεια ολόκληρες χώρες, καταδεικνύουν την αδυναμία της Πολιτικής να ελέγξει αυτές τις ομάδες συμφερόντων και τα λόμπυ που επιβάλλουν απροκάλυπτα τις αποφάσεις τους.

Η νέα αυτή τάξη πραγμάτων τείνει να εκφυλίσει τις Δυτικές κοινωνίες, μεταβάλλοντάς τες σε ένα απλό άθροισμα συμφερόντων, αφού συρρικνώνει την Πολιτική και την Δημοκρατία στο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης μεταξύ των ομάδων που εκπροσωπούν αυτά τα συμφέροντα, προς όφελος μίας ακραία ιδιοτελούς Οικονομίας.

Πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι έχουν εμπλακεί στην προώθηση αυτών των μεταρρυθμίσεων, με αποτέλεσμα οι φωνές που ασκούν σοβαρή κριτική σε όσα συμβαίνουν γύρω μας να έχουν ελαχιστοποιηθεί.

H μεταπολεμική καπιταλιστική Δημοκρατία παραχωρεί τη θέση της σε ένα ολιγαρχικό κοινωνικό σύστημα, που έχει μεγάλες ομοιότητες με εκείνο που εμφανίστηκε τον 19ο αιώνα, την εποχή του πρώιμου καπιταλισμού στη Βρετανία, και άνθισε στην Γερμανία και την Ιταλία του Μεσοπολέμου. Αυτό το ακραία δεξιό κοινωνικό μοντέλο είναι γνωστό στην Πολιτική Επιστήμη και την Κοινωνιολογία με την ονομασία «κορπορατισμός».

Κύρια γνωρίσματά του είναι η περιφρόνηση της βούλησης του πολίτη, η διαπαιδαγώγησή του ως υπηκόου και η ολιγαρχική διακυβέρνηση από αυταρχικές ομάδες εξουσίας και ειδικούς. Βασικά δε εργαλεία του είναι ο ιδεολογικός κατευνασμός μέσω ισχυρών επικοινωνιακών μηχανισμών και, όταν αυτός δεν επαρκεί, η καταστολή.

Ο κεϋνσιανικού τύπου μεταπολεμικός καπιταλισμός, που δικαίως κάποτε είχε δεχθεί την πιο σφοδρή κριτική, μοιάζει αθώος εμπρός σε αυτό που έρχεται.

«Το πλήθος δεν χρειάζεται να γνωρίζει», έλεγε ο Μπενίτο Μουσολίνι. «Αυτό που χρειάζεται είναι να πιστεύει…»


Τρίτη 27 Απριλίου 2010

Πόνος !


...νομίζω πως...

Π ειρασμός
Ό μηρου
Ν ου
Ό σο δε
Σ΄έχω...

...αυτό σημαίνει!

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

Σ' ΕΚΕΙΝΟΥΣ...


Σ΄εκείνους που έρχονται εδώ τέτοιες ώρες, λειψές στον αριθμό τη νύχτα. Που μου χαϊδεύουν με λέξεις τη γραφή και ας είναι μονοσήμαντη. -Ίσως νά'ναι ωραία, γιατί είναι μονοσήμαντη.-
Επιστρέφω πάλι σ' εκείνους και εξηγούμαι! Ώρα και σημείο συνάντησης δε δώσαμε ποτέ και όμως πάντα στο πάλι βρισκόμαστε. Σα να μη βρίσκουμε λόγο για τέλος. Δε σας γνωρίζω, δε σας ξέρω, μα σας αγαπώ και έτσι. Έμαθα μέσα από 'σας ν' αγαπώ και ό,τι και όποιον δε γνωρίζω. Σας ξέρω όμως, απ' την κόψη της δικής σας γραφής που με μεθά, λειψές, στον αριθμό της νύχτας, ώρες. Σαν ένα παλιό, πανάκριβο ποτήρι κρασί! - και τό' χα υποσχεθεί να το κόψω.-
Μα τώρα βρήκα στη δίψα μου για ανθρώπινη επαφή άλλη συνήθεια, εξαίρετη στ' αλήθεια.Στο πουθενά σας βρίσκω να αιωρείστε μέσα από καλώδια και πλήκτρα και οθόνη και συνήθισα και το delete, για χάρη σας, ν' αποφεύγω. Συντροφικοί μου, φίλοι μου άγνωστοι, παιδιά που παίζω μαζί σας νύχτες και νύχτες, χωρίς να έχω δει ποτέ μου τις τραμπάλες και τις κούνιες σας. Χωρίς να έχω ακούσει ποτέ τη φωνή σας στο γέλιο και στο κλάμμα σας. -Και μένα ο ήχος της φωνής είχε πάντα τον καθορισμό της ουσίας- έστω!
Με τα μηνύματα που αφήνετε στο "σπίτι" μου, σα ραβασάκια σε stickies κίτρινα: "Πέρασα, δε σε βρήκα και άφησα μπύρες στο ψυγείο...Φιλί".
"Ωραίος ο καφές σου Κίρκη μου, φτιάξε μου άλλον έναν ελληνικό..." και από άλλα τέτοια, λίγα και ανθρώπινα, εγώ σας γνώρισα και μαθητεύω δίπλα σας. Και παίρνω και εγώ το θάρρος και περνώ το κατώφλι της δική σας "πόρτας". Αφήνω τα ραβασάκια μου στα κομοδίνα και στο τραπέζι σας, το ξύλινο, το μεταλλικό το μαρμάρινο - ποιος νοιάζεται- του σαλονιού και ήσυχα πάλι επιστρέφω στη γωνιά του δικής μου γειτονιάς.- "Όμορφες στο σπίτι σου οι γλάστρες στο μπαλκόνι, φίλε μου. Και ο βασιλικός πώς άνθισε έτσι!" "Έφερα τούρτα παγωτό, που σ' αρέσει...".- Πολλά τέτοια.
Μα τα πιο πολλά δε θα σας τά'χω πει ακόμα. Υποθέτω έχουμε καιρό. Υποθέτω πως θα τον βρίσκουμε πάντα. Όσο καιρό μας δίνει η μοίρα να κρεμόμαστε σαν τα παιδιά σε κλαδιά δέντρου, απ' τα καλώδια και την οθόνη του υπολογιστή. Έτσι σας ξεχώρισα, από το παιδί που δε θάψατε μέσα σας...Όχι ακόμα... Και μάλλον Ποτέ!
Κλείνω το "παράθυρο" τώρα. Όπως και χτες, πάλι νιώθω ψύχρα. Δε λέει να ζεστάνει ακόμη ο καιρός. Το κλειδί σάς το αφήνω κάτω απ' το χαλάκι της εξώπορτας. Ξεκλειδώστε και μπείτε. Μια καληνύχτα και φιλί...

ΤΕΛΕΙΑ . ΚΑΙ ΠΑΥΛΑ -


Είναι μέρες που δεν έχω διάθεση. Τελεία. Δε θέλω ν' ακούσω και να δω κανέναν.Τελεία πάλι! Μια Μποφίλιου μου αρκεί να παίζει ξανά και ξανά το ίδιο μουσικό κομμάτι στο cd! Ο μόνος ίσκιος στο σπίτι...εγώ! Και πάντα ο ίδιος. Ασάλευτος,ατελείωτος, λες και το γκρίζο του να μη στερεύει ποτέ του! Έξω η πόλις κοιμάται. Μια ψύχρα απλώνεται και δε βρίσκω κάτι να τη σκεπάσω. Έχω βρει όμως, τσάι στο ντουλάπι και τώρα το πίνω. Και όμως πάλι δεν είμαι μόνη. Ήχοι, φωνές, λυγμοί, βύθισμα ζωών, κατρακύλα, όλα ένα πράμα, ασυνάρτητο άκουσμα, σύρσιμο καρέκλας και μετά σαν κάποιος να βάζει πάλι το ψδ απ' την αρχή του. Και έπειτα πάλι οι ψίθυροι,ζωή που σβήνει, που γεννιέται, που έρχεται και φεύγει κύματα, ραδιοκύματα.
Η ζωή που ακροπατά.Τελεία. Η ζωή που σβήνει! Δε θέλω ν' ακούσω τίποτα. Ξύλινη πια και η σκέψη μου.Το ομολογώ. Από όλα τα σημεία στίξεως αγαπώ την τελεία. Είναι σημείο πήξεως. Είναι σημείο λήξεως. Τελεία. Εκείνοι οι ψίθυροι πάλι επιμένουν. Λόγια, λόγοι, λογύδρια...Τίσις, νέμεσις, κάθαρσις, και πάνω-πάνω στέκει η ύβρις. Να μην μπορώ να την καταπιώ όμως, ακόμα και σα λέξη. Αυτήν από όλα απεχθάνομαι και εχθρεύομαι. Αυτήν από όλα και δικαιολογώ. Μόνο που τη χώρισα. Ανούσια γαρ, δεν είχε να μου δώσει.Παλιά με άδειαζε. Τώρα δεν την ξέρω.
Με τα πολλά έμαθα. Έμαθα να την αφήνω στους άλλους. Να τη χαίρονται. Έμαθα να της βάζω τελεία. Σημείο πήξεως, σημείο λήξεως. Να τη χωρίζω κάποτε και από τους άλλους. Διάβημα; Μπορεί. Το δικό μου στέκι πάντως, στέκει αλώβητο εδώ και δέκα χρόνια. Στέκει μακριά από πορφυρά σενδόνια και αναπνοές που βρωμάνε τσιγάρο και αλκοόλ. Νηστεία με τελεία. Χαράς ληστεία με τελεία. Αναβαθμίστηκα, όμως. Είμαι μακριά από ανθρώπους και βρήκα ότι από αυτήν άρχιζαν όλες οι άλλες ν' ακολουθούν:Τίσις, νέμεσις, κάθαρσις...

...Άνθρωποι...άνθρωπο...άνθρωπ...άνθρω...άνθρ...άνθ...

Κρατώ αυτό το τελευταίο "άνθ" και με κόλλα μυαλού του προσαρτώ το "ήτα". Αναπνοή βαθιά, επιτέλους!
Τώρα το συνειδητοποιώ. Με τη ζωή μου, δε θα δώσω αφορμή για τραγωδία, ούτε και θα γράψω καμία! Φτου μου!Και δεν ξέρω και να ξεματιάζω.Τελεία. Επιτέλους στέκω μακριά από εδώ! Επιτέλους σταμάτησαν και οι φωνές. Χρόνια τα χαρίζω όλα στους άλλους: Κλάμματα, εξορκισμοί, κατάρες, κραυγές, θρήνοι, θλίψεις, φόβοι.

Τελεία. Τελεία. Τελεία.
Άνθ...η!
Ωραία! Έμαθα να συλλαβίζω τη σωστή λέξη. Τόσος κόπος δεν πήγε στράφι.

Το μαγικό εδώ προκύπτει αβίαστα! Το μόνο γιατροσόφι για να την κρατώ σφιχτά στην παλάμη τούτη την τελεία, είναι η παύλα. Και αυτή κόβει σαν ατσάλινο λεπίδι! Τελεία και παύλα! Ωραία μου ακούγεται. Τον βρήκα και απόψε τον ζητούμενο παρανομαστή. Η εξίσωση λύθηκε. Μπορώ και απόψε να κοιμηθώ ήσυχη. Τίποτα δε μου συνέβη και σήμερα. Τίποτα δε μου συνέβη και εχτές. Αρχίζω να μοιάζω με την αγαπημένη μου τελεία. Αύριο θα γυρέψω να μοιάσω και με την παύλα!
Σου λέω λοιπόν και πάλι:
.-

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

Στη βούκα που μασάς!

Έι, σε σένα μιλάω,
που μου σφυρίζεις
αδιάφορα πουλιά
και στέκεσαι λιμοκοντόρικα
σε απύθμενα ύψη,
με το βλέμμα του νικητή
και παράταξη επωμίδων θριάμβου.
Τώρα ακόμα σε παίρνει να γελάς
όσο η συμφορά του Άλλου
στάζει μέσα σου βάλσαμο.

Έι, σε σένα φωνάζω,
που διατυμπανίζεις τη σκιά σου,
κουνώντας δάκτυλο μπροστά σε ανθρώπινη μύτη,
και επαίρεσαι για το εξώφυλλο της γελοιότητάς σου.
Τώρα ακόμα σε χωρά ο κόσμος,
όσο μαίνεται ο κονιορτός πτώσεων
από το λιγδιασμένο πέλμα σου.

Έι, σε σένα κραυγάζω,
που σηκώνεις τους ώμους χαχανίζοντας,
στη θέα του παθήματος από τρικλοποδιά
και βαυκαλίζεσαι μπροστά στο ρημαδοκούτι.
Σ΄αυτό που σου πλάθει παραμύθια της γιαγιάς
και τα πουλάς στη μαύρη αγορά για δικά σου,
μετρώντας πότε θά'ρθει και άλλο σύννεφο.

Να σ΄ενημερώσω μόνο θέλω,
πως η ματωμένη βούκα που μασάς
έχει το αίμα των παιδιών σου
και πως η Νέμεσις κυρά
θα σ' έβρει ό,τι στοιχηματίζεις:
Τολμάς;
Βάζεις τη ζωή σου;
Βάζεις τις κατακτήσεις σου;
Βάζεις το έχειν σου;

Στο στημένο σκάκι σου,
μέτρησα τα τετραγωνάκια
και 'κείνα τα μαύρα
είναι πιο πολλά και έχουν πάνω το όνομά σου.
Την παρτίδα την έχεις χαμένη.
Ήταν να μη σε πάρω Μάτ-ι.

Βάζω και εγώ στοίχημα
στη βούκα που μασάς!

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Στην Κιβωτό...


Στην Κιβωτό του νου μου
φορτώνω θλίψης σταγόνες ,
φέλινα όνειρα χαλασμένα,
συρματόσχοινο σκέψεις,
φερέφωνα εικόνων,
πλοηγούς στα μεγάλα ταξίδια- και καλά!
Με μελετημένες κινήσεις
και προσεκτικό βηματισμό,
κάτι παιδικά παιχνίδια,
που τα κρατώ ακόμα σπασμένα,
δυο βίδες από λέξεις,
μια μεζούρα ανθρώπων,
ένα μαντήλι για το απίθανο των χαιρετισμών,
πανί από λακαρισμένα άστρα,
μια ντουζίνα ευχές
και αλλαξιά ρούχα για την αξία-δήθεν!
Με το απυρόβλητο αγκαζέ,
αναρτώ δίχτυα αναμονής,
γάντζους υποσχέσεις,
δυο - τρεις μπαταρίες αντοχής,
ένα πηδάλιο τύχης,
πυξίδα το άγνωστο
και άγκυρα από εφημερίδες-για τη μνήμη του επίκαιρου!
Για το τέλος, μια φωτοβολίδα αφάνειας,
βεγγαλικά σκότους,
φακό να δείχνει το αστόχαστο,
καπνογόνα ομιχλώδους κατάστασης
και για φλόκο, α σε τούτον
το χρώμα θά' ναι πύρινο!

Έτσι καβατζώνω εγώ τη ζωή μου
πάνω σε κύματα δίσεκτα,
χωρίς πορτολάνους λιμανιών
και ατομικό σωσίβιο!

Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

Τίποτα σημαντικό!


Ο κόσμος θράψαλο και ανεμομάζωμα μέσα στην παλίρροια που 'χω γω τώρα και καιρό στο μνήμα της μνήμης μου! Καίγομαι με μια φωτιά που τη σκεπάζω να μη τη δει μάτι ανθρώπου και λακτίσει.Αφήνω μόνο στ' αγρίμια να τη βλέπουν, για να ζεσταίνονται. Μα τώρα που μπαίνει όπου νάναι καλοκαιράκι, θα τη σβήσω και θ΄αφήσω τα κάρβουνά της κουφάρι από κάτι που το πίστευα πολύτιμο, μα όπως και άλλη μια φορά, γύρω δεν το πήρε κανείς είδηση. Πίσω μου και μπρος μου άλλη φωτιά θ΄ανάψω πάλι το χειμώνα που θά'ρθει. Και πάλι, θα τη σβήσω, αφού δε θα την έχει δει και αυτή τη φορά κανείς.
Χρόνια τώρα το ίδιο σκηνικό. Χρόνια τώρα κάμνω τις ίδιες κινήσεις. Χρόνια τώρα παλεύω να την ανάψω, να μη νεκρωθώ, κάνω πως είμαι σαν τους άλλους-γελώ,χαιρετώ, πίνω απ' το ποτήρι, κοιμάμαι και ανασαίνω. Στήνω το σκηνικό για τους άκαμπτους στο συναίσθημα. Γελώ που τους ξεγελώ! Με ένα γέλιο χαιρέκακο και τολμηρό, σαν τα όνειρά μου.
Εγώ τα βράδια το σκάω και περιπλανιέμαι σε δρόμους που αυτοί ούτε που φαντάζονται ότι υπάρχουν. Χα'ι'δεύω τους τοίχους των κτιρίων, σα νάναι κεφάλι παιδιού.Σφυρίζω σκοπούς που ποτέ δε θα γίνουν τραγούδι. Βάζω στοίχημα ποιος- εγώ ή ο εαυτός μου- θα φτύσουμε πιο μακριά! Τον καθωσπρεπισμό τους τότε τον χαράζω στην πίσσα της λεωφόρου. Αυτοί θα σηκωθούν το πρωί για τη δουλειά και ανύποπτοι θα την ισοπεδώνουν με τις ρόδες τους. Την ίδια τους τη ζωή θα την πατούν και θα την ξαναπατούν, σαν εγκαταλελειμμένο πτώμα στην άσφαλτο.
Έτσι αντιστέκομαι εγώ. Και το χάραμα, σαν κλέφτης επιστρέφω στην πόρτα του σπιτιού μου, στα νύχια των ποδιών, με τα παπούτσια στο χέρι και ξαπλώνω για άλλη μια φορά στο στρώμα.
Και πάλι ήμουν δραπέτης από τη φυλακή της ζωής τους!

Στην ανέμη τυλιγμένη...


Δε θυμάμαι πώς περπατάει
στους στίχους εκείνο
το παιδικό τραγουδάκι,
το λησμονημένο-έστω-
από σένα και όλους
και από μένα ακόμα.
"Κόκκινη κλωστή..." -Μετά;-
και απάνω της κρεμάσαμε
τα όνειρα με παιδιάστικα
μανταλάκια τις ελπίδες μας.
Και απλώσαμε μπουγάδα
ίσαμε κει που σβήνει ο ορίζοντας.
Και χάσαμε και μπούσουλα
και μέτρο και ρυθμό.
Μας έφταναν τότε τα λόγια.
Τα έργα μας ακόμα δεν περίσσευαν.
Πάνω σ' αυτά στηρίξαμε το "δεμένη".
Πήραμε μπόι και αρχίσαμε
να την ξετυλίγουμε, χωρίς φειδώ.
Και δέσαμε εμάς με αυτήν
πάνω σε κάβους μαύρους
που τους πνίγουν χίλια κύματα,
μα καράβι δε φάνηκε ποτέ στον ορίζοντα.
Περάσανε τα χρόνια και την κρατάμε
τούτη την κλωστή που ξεθωριάζει
και μας βάφει τα χέρια.
Μα τώρα αρχίσαμε με αιδώ
να τη μαζεύουμε κουβάρι.
Πάνω στην ανέμη της έλλειψης.
"Τυλιγμένη" με σορούς σαρίδια
από πικρόχολες μνήμες,
κλάμα ποτάμι και νεκρά δάκρυα.
Αλλά, μόλις τώρα δα,
θυμήθηκα το τέλος
στο παιδικό τραγουδάκι:
"...Δώστης κλώτσο...".
Για να τελειώνει επιτέλους
κάποτε και το παραμύθι.