
Παράταση να δώσει το θείον
να μην έχω άλλην, στο συναίσθημα
που τ' ομολογώ και το έχω και
- τώρα στ' αλήθεια- δε φοβάμαι.
Μια περιέργεια με κατατρώει με τ' ανομολόγητα,
τόση που χάνω την επιφάνεια, καθώς τα πλησιάζω.
Πόση δύναμη θέλει να μην τ'αρνείσαι τούτα και τ' άλλα
που θά' ρθουν και τα ακόμη πιο πέρα απ' αυτά.
Να μου σπουδάζεις το νου, πάλι σε ομολογίες,
άκαιρο και παράκαιρο το βρίσκω.
Δεν έλκεται το όνομα απ' το αντώνυμο.
Τη χρέωση την αποδίδω στη στιγμή.
Το λάθος χρεώνεται πάλι στον αποστολέα
που το νόημα δε ζύγισε στη χούφτα επαρκώς.
Τυγχάνει δε, αυτός να είμαι εγώ, μπατίρης
με συνήθεια ν'αφήνω και φιλοδώρημα.
Σάμπως και έχω τσέπες να κρατώ
μαζί μου τόσο συναίσθημα;
Τ' αφήνω στο σκαλί των χειλιών σου.
Πάρτο, δέξου το ή πέτα το.
Ως παραλήπτης μια χαρά κρατάς το φάκελο.
Τέτοιος, ως πάντα ήσουν, ξέμεινες πάλι
από μελάνι και διαρκώς αναβάλλεις
να γράψεις και συ δυο αράδες αίσθημα.
Σάμπως και είχες να το φυλάξεις
στο μέσα μέρος της καρδιάς;
Μίκραινες πάντα τα όρια
και αυτά τώρα σ' εκδικούνται.
Γιατί άδειασε πολύ ο μέσα τόπος σου.
Έγινε αυθαίρετο οίκημα ανωνύμων.
Ένα μόνο τετραγωνικό δε βολεύει.
Κατεδαφιστέος εκρίθεις και τέλος.